Τρία είναι τα
κύρια σημεία που προβάλουν τα ελληνικά
μήντια σε σχέση με την νέα κυβέρνηση:
Την ετοιμότητα
της, την αφοσίωση στο έργο της και το
lifestyle της.
Το πρώτο είναι
προφανές. Το δεύτερο θετικό είναι, αλλά
προφανώς θα πρέπει να εκτιμηθεί το ποιο
είναι το έργο που επιδιώκεται, αν και αυτό
το έργο το έχουμε μάλλον ξαναδεί.
Εδώ θα πρέπει
να σημειωθεί ότι είναι οι πρώτες μέρες,
και τις πρώτες μέρες οι κυβερνήσεις
χτίζουν το προφίλ με το οποίο θα μας
πάνε γαργαλώντας μέχρι τέλους.
Δεν ξεχνάμε π.χ
πως τις πρώτες μέρες της επάρατης Πρώτης
Φοράς Αριστεράς, η επιδίωξη ήταν να
φτιαχτεί ένα φιλολαϊκό ταπεινό προφίλ.
Μέχρι που από τις πρώτες ήδη μέρες, οι
αγωνιστές της αρνήθηκαν να μην
χρησιμοποιήσουν τον βουλευτικό και
υπουργικό στόλο αυτοκινήτων με το
επιχείρημα, γιατί, εμείς στο πηγάδι
κατουρήσαμε και θυμίζοντας μας το δράμα
της Δασκαλάκη Αγγελοπούλου που θα το
ξαναματαθυμούμε στην συνέχεια.
Αλλά ας πάμε στο
τρίτο και απείρως σημαντικότερο σημείο
της νέας κυβέρνησης που αναδεικνύουν
τα ελληνικά βλαχομπαρόκ μήντια: Κι αυτό
δεν είναι άλλο από το lifestyle
της: οι γυναίκες πολιτικοί και οι
γυναίκες των πολιτικών με τα αστραφτερά
φορέματα που μας θυμίζουν τόσο αυτό που
μας έλειψε τόσο πολύ: ΔΑΠ και Δυναστεία.
Έτσι αποδράσαμε
από του εναλλακτικού αριστερού lifestyle
τα δόντια- άλλωστε, η πρώτη φορά
αριστερά δεν ήταν τίποτε άλλο παρά
εναλλακτικό lifestyle- και
τώρα πλέον βλέπουμε μια πιο κομφορμιστική
επίδειξη μόδας.
Από αυτήν δεν
θα μπορούσε να λείπει η εθνική μας
Γιάννα, η Γιάννα Δασκαλάκη Αγγελοπούλου.
Θα ταν σαν να
λείπει ο Μάρτης από την Σαρακοστή, το
τζατζίκι απ' τον πιτόγυρο, ο μπακαλιάρος
από την Καθαρή Δευτέρη, ο Ρομπέν από των
Δασών.
15 χρόνια μετά
τους Ολυμπιακούς της Ξιπασιάς και της
σπατάλης, η Γιάννα Δασκαλάκη Αγγελοπούλου
αναλαμβάνει την διοργάνωση της επετείου
για τους δύο αιώνες από την επανάσταση
του 1821 που όλα τα άλλαξε και τίποτε δεν
άλλαξε.
Θα είναι μια
επέτειος lifetsyle κι αυτή,
όπου ο Κολοκοτρώνης θα φορά τη φούστα
που έραψε ο Valentino για τον
Σάκη Ρουβά, η Μπουμπουλίνα θα φορά
μπούργκα και Jimmy Choo για
να τιμήσουμε και τον μπολυμπολιτισμό
κι ο Sinboy θα κάνει ντουέτο
με Νταλάρα.
Θα γυρίσουμε
λοιπόν στις ρίζες μας, στον κομπλεξισμό
της απομίμησης, στο νεοκιτς. Κι επ
ευκαιρίας ας δούμε κάποιες από τις ρίζες
της γυναίκας που της αρέσει να μας
γυρίζει στις ρίζες μας, όπως η ίδια τις
περιγράφει στο αυτοβιογραφικό της
βιβλίο, My Greek Drama (αλίμονο!
Τι δράμα όντως! Για ποιον όμως;”),
ένα πραγματικό διαμάντι σεμνότητας
και ταπεινότητας το οποίο θα πρέπει να
διδάσκεται σε όλα τα σχολεία στον αιώνα
τον άπαντα για να μάθουν τα παιδιά πως γίνονται
οι πραγματικές επαναστάσεις και τι
σημαίνει ΗΘΟΣ:
“Παρόλο
που σε καμία περίπτωση δεν μπορούσα να
θεωρούμαι μέλος της ελληνικής ελίτ, δεν
έπαυα να είμαι μέλος του Κοινοβουλίου
και, εάν η οικογένεια Αγγελοπούλου είχε
προσκαλέσει όλους τους υπόλοιπους
βουλευτές στην Κωνσταντινούπολη για
την τελετή, θα ήταν σωστό να λάβω κι εγώ
μια πρόσκληση. Δεν έχω ιδέα γιατί δεν
με προσκάλεσαν, εάν ήταν παράλειψη ή
ήταν εσκεμμένη περιφρόνηση. Το μόνο που
ήξερα ήταν ότι επρόκειτο για κάτι
απαράδεκτο και δεν σκόπευα να αφήσω
αυτή την προσβολή να περάσει. Δεν θα
έμενα αποκλεισμένη από μια σημαντική
εκδήλωση στην οποία είχα δικαίωμα να
παρίσταμαι. [...] Έδωσα εντολή στη βοηθό
μου, τη Λένα, να τηλεφωνήσει στα κεντρικά
γραφεία της Χαλυβουργικής στην Αθήνα,
την εταιρία η οποία ανήκε στην οικογένεια
Αγγελοπούλου και να ζητήσει τον διευθυντή
εκεί. Η Λένα απλώς έμεινε να με κοιτάζει
και κατόπιν μου είπε 'έχετε τρελαθεί;'
Τής απάντησα πως, όχι, δεν είχα τρελαθεί
και ότι ήθελα να ενημερώσει τον διευθυντή
του εργοστασίου ότι η κα Δασκαλάκη δεν
είχε λάβει ακόμη την πρόσκλησή της και
ότι ρωτούσε εάν αυτή η πρόσκληση ήταν
καθ' οδόν. [...] Εγώ πήρα τηλέφωνο στο
Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και
τους εξήγησα την κατάσταση. Μίλησα με
τον ευγενέστατο επίσκοπο Μελίτωνα ο
οποίος ενθουσιάστηκε που συνομιλούσε
με ένα μέλος του ελληνικού κοινοβουλίου.
Είπε ότι ευχόταν να πήγαινα τελικά στην
τελετή. 'Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα'
του είπα. 'Δεν έχω λάβει πρόσκληση'. -
'Πώς μπορεί να συνέβη κάτι τέτοιο;' με
ρώτησε εκείνος -και ακουγόταν πραγματικά
έκπληκτος. Πρόσθεσε ότι δεν είχε καμία
επιρροή στο ποιος θα λάμβανε πρόσκληση
και ποιος όχι, αλλά μού είπε ότι, εάν
επέλεγα να πάω στην Κωνσταντινούπολη,
εκείνος θα φρόντιζε προσωπικά να περάσω
μέσα στο ναό και να παραστώ στην τελετή.
Φυσικά, αυτό σήμαινε ότι θα πλήρωνα εξ ιδίων τα ναύλα μου, κάτι που ήταν υπεράνω των οικονομικών μου δυνατοτήτων (σσ: καταραμένη κοινοβουλετική ανέχεια γαρ). Επιπλέον, σιχαινόμουν την ιδέα ότι ήμουν μια δευτέρας διαλογής καλεσμένη, που έπρεπε να μπει στο ναό από κάποια πλαϊνή πόρτα. Ήθελα η πρόσκλησή μου να έρθει από την ίδια την οικογένεια Αγγελοπούλου και να μπω από την κεντρική πύλη όπως όλοι οι υπόλοιποι προσκεκλημένοι. [...]. Είχα την πρόσκληση στα χέρια μου, μαζί με μια επιστολή που περιείχε οδηγίες για το πρωτόκολλο. Απαιτείτο επίσημο ένδυμα και ξαφνικά είχα πρόβλημα: Οι κοντές φούστες μου ήταν ακατάλληλες. Ήμουν αναγκασμένη να επενδύσω χρήματα που δεν μου περίσσευαν σε πιο επίσημη αμφίεση (σσ: Η κατάρα της σταχτοπούτας) [...]»
Το χυμένο κρασί και το «γούρι»
«Όταν φτάσαμε στην Κωνσταντινούπολη, είδα ξανά το Θόδωρο, αυτή τη φορά μαζί με μια γοητευτική ξανθιά που φορούσε ένα κατακόκκινο φόρεμα. Μού θύμιζε την παλιά σταρ του σινεμά Λάνα Τέρνερ. Αποδείχθηκε ότι ήταν μια φαρμακοποιός από τη Ζυρίχη και, το πιο σημαντικό, η σύντροφος του Θόδωρου Αγγελόπουλου. [...] Προκειμένου να επανορθώσει για το ότι δεν είχε στείλει την πρόσκληση αρκετά νωρίς, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος ζήτησε να καθίσω στο τραπέζι του. [...] Κατά τη διάρκεια της βραδιάς φάνηκε ξεκάθαρα -παρόλο που ήλπιζα ότι δεν θα το αντιλαμβάνονταν οι υπόλοιποι συνδαιτημόνες- ότι ο Θόδωρος με φλέρταρε. Είχα κολακευτεί κάπως, αλλά σε καμία περίπτωση δεν το είχα πάρει σοβαρά. [...] Θέλησε να πειράξει τον επίσκοπο που καθόταν δίπλα μου, επειδή, δήθεν δεν με φρόντιζε, ενώ ήμουν μια τόσο ξεχωριστή καλεσμένη. 'Η κα Δασκαλάκη είναι ένα από τα νεότερα μέλη του Κοινοβουλίου' είπε ο Θόδωρος πειράζοντας κι εμένα -αν και πολύ προσεκτικά. 'Φρόντισε το ποτήρι της να είναι πάντα γεμάτο'. Ο επίσκοπος φορούσε το παραδοσιακό του μαύρο ράσο. Όταν σηκώθηκε για να μου γεμίσει το ποτήρι με λευκό κρασί, παραπάτησε και έχασε την ισορροπία του, αδειάζοντας το περιεχόμενο της φιάλης στο φόρεμά μου. Όλοι, ο Θόδωρος, οι φίλοι του, η ερωμένη του, ο επίσκοπος, ξαφνικά έπεσαν πάνω μου με λευκές πετσέτες -και όλα έμοιαζαν σαν σκηνή από κινηματογραφική φαρσοκωμωδία- για να σφουγγίσουν το κρασί. Εγώ είχα σκάσει στα γέλια. Τελικά, όταν τα πράγματα ηρέμησαν, κάποιος από τους παριστάμενους είπε: 'Κυρία Δασκαλάκη, αυτό είναι καλοτυχία. Λεφτά θα πάρετε!' Και είναι αλήθεια ότι όταν στην Ελλάδα χύνεται κρασί λέμε 'Γούρι, Γούρι' (Λεφτά θα πάρεις). [...] Η κουβέντα άναψε -το 'δυστύχημα' με το κρασί έδωσε την ευκαιρία στον Θόδωρο να ξεθαρρέψει μαζί μου- όταν μια πιατέλα με φρούτα κατέφθασε για το επιδόρπιο. Το κρασί είχε αρχίσει να με πιάνει λίγο -ίσως να περνούσε στον οργανισμό μου μέσα από το μουσκεμένο μου φόρεμα- και αστειεύτηκα: 'Μόνο φρούτο για επιδόρπιο; Δεν έχει τούρκικες λιχουδιές;' Ο Θόδωρος ενθουσιάστηκε με την ατάκα μου. Μιλώντας μου στα ελληνικά, με προέτρεψε να τον ακολουθήσω στο ξενοδοχείο του, εκεί όπου, όπως με διαβεβαίωσε, είχε τις καλύτερες τουρκικές λιχουδιές στο δωμάτιό του. Ένιωσα λίγο προσβεβλημένη και αναρωτήθηκα 'ποιος νομίζει ότι είναι αυτός ο τύπος;' κι έτσι τού είπα ειρωνικά: 'Εννοείτε δηλαδή να έρθω στο δωμάτιό σας για τουρκικές λιχουδιές;' - 'Όχι' είπε εκείνος 'με χαρά θα σας τις κατέβαζα στο λόμπι του ξενοδοχείου'».Το σπινθηροβόλο βλέμμα του Θόδωρου
«Την Κυριακή το πρωί [...] προχωρούσα σπρώχνοντας, εκατοστό το εκατοστό λέγοντας 'συγνώμη, συγνώμη' έως ότου κατάφερα να περάσω μέσα στην εκκλησία [σσ: του Αγίου Γεωργίου Κωνσταντινουπόλεως]. Τελικά μπόρεσα να βρω ένα εξαιρετικό σημείο από όπου, όρθια, θα μπορούσα να παρακολουθήσω τα τεκταινόμενα. Στάθηκα ακριβώς απέναντι από το σόι των Αγγελόπουλων, στο οποίο, εννοείται, συμπεριλαμβανόταν ο Θόδωρος. Προς ενόχλησίν μου, έμοιαζε να έχει καρφωμένο το βλέμμα του πάνω μου καθώς έπαιρνα τη θέση μου. Όταν άρχισε η τελετή, προσπάθησα να μην τον κοιτάζω. Κατά διαστήματα όμως έριχνα κλεφτές ματιές μέσα στην εκκλησία και δεν υπήρξε ούτε μία φορά που ο Θόδωρος δεν κοιτούσε κι εκείνος εμένα.
Όπως φάνηκε, θα έριχνα πολλές ματιές, διότι, όπως περίμενα, η τελετή ήταν πολύ μεγάλης διάρκειας. Μέσα στο ναό έκανε ζέστη, υπήρχε συνωστισμός και ο αέρας ήταν βαρύς από το λιβάνι που καιγόταν. Ύστερα από τρεις ώρες ορθοστασίας, με το στομάχι μου εντελώς άδειο, άρχισα να ζαλίζομαι. Φοβόμουν ότι η επιθυμία που είχα να με δουν οι συνάδελφοί μου βουλευτές θα ικανοποιούνταν και με το παραπάνω εάν λιποθυμούσα και με μετέφεραν έξω από το ναό. Προσπάθησα να μαζέψω τα υπολείμματα των δυνάμεών μου και ανοίγοντας δρόμο σπρώχνωντας προς τα πίσω, βρήκα τις συζύγους κάποιων υπουργών που έδειξαν περισσότερη κατανόηση. Σήκωσαν από τη θέση του έναν ηλικιωμένο βουλευτή και με έβαλαν να καθίσω στο κάθισμά του και, σαν να συνέβη θαύμα μέσα στην εκκλησία, μού βρήκαν και λίγο νερό για να πιω. Έως τη στιγμή που η τελετή τελείωσε, περίπου μισή ώρα αργότερα, είχα συνέλθει.
Καθώς έφευγα από την εκκλησία, συνάντησα έναν διακεκριμένο πρέσβυ, τον Χρήστο Μαχαιρίτσα, ο οποίος με ρώτησε τι μού είχε συμβεί προηγουμένως. Τού είπα την αλήθεια, δηλαδή, ότι ένιωσα να χάνω τις δυνάμεις μου και φοβήθηκα ότι θα λιποθυμούσα. 'Κυρία Δασκαλάκη' μού είπε εκείνος 'εάν ήμουν στη θέση σας και ο κύριος Αγγελόπουλος με κάρφωνε τόσο έντονα με τα μάτια του, ακόμη κι εγώ θα είχα λιποθυμήσει'. Ώστε δεν ήταν, λοιπόν, η ιδέα μου. Και προφανώς ήταν απολύτως ξεκάθαρο για οποιονδήποτε έδινε προσοχή στο τι συνέβαινε».
Πέτρος Αργυρίου,
agriazwa,blogspot.com, 2/8/2019