Η Αθήνα έχασε τη φωνή της.
Κανείς πια δεν μπορεί να ακούσει το παράπονο του γέρου που
του κλέψαν το βιός και του ζητάνε και τα ρέστα, τον άνεργο νέο που βλέπει ένα
μέλλον χωρίς καμιά θέση για αυτόν και την τάξη του, το μεσήλικα που τον
καταπίνει το σήμερα.
Την τελευταία ανάσα αυτών που καθημερινά αυτοκτονούν και τα
μοιρολόγια των ανθρώπων τους.
Μα όχι καλέ. Αυτοί δεν είχαν ποτέ φωνή, τι να λέμε τώρα. Οι
περισσότερες από αυτές τις πολύαριθμες τραγωδίες παραμένουν βουβές όσο κι ο
Σαρλό.
Άσε που άμα μιλήσεις γι αυτά σε λέει και λαϊκιστή.
Το να υπερασπίζεσαι τους φτωχούς είναι χάσιμο χρόνου. Και ο
χρόνος είναι χρήμα.
Μόνο τους πλούσιους πρέπει να υπερασπίζεσαι.
Και την εύνοια τους κερδίζεις και τα κονομάς κιόλας: Διπλό
το κέρδος.
Δεν είναι λοιπόν η Αθήνα των πολλών που έχασε τη φωνή της.
Αυτή δεν είχε ποτέ φωνή.
Απλά κάποιοι τραμπούκοι κάψαν τα γραφεία της Athens Voice, της Φωνής της Αθήνας,
τη φωνή μιας άλλης Αθήνας, αυτής που έχει ακόμη λεφτά για να μαθαίνει από τη Φωνή της
Αθήνας που θα πάει να τα φάει, σε ποιους από τους κολλητούς της Φωνής να πάει
για να διασκεδάσει, να χλαπακιάσει, να ξεσκάσει, να ξεχάσει.
Η Φωνή ενώνει. Γιατί είναι η φωνή και της Αθήνας που δεν έχει
πια λεφτά αλλά φαντάζεται ότι έχει ή θα βγάλει σύντομα και για αυτό συνεχίζει
τυφλά να διαβάζει τη Φωνή.
Με τον ένα ή άλλο τρόπο λοιπόν οι αναγνώστες της ταξικής αυτής
Φωνής είναι φαντασμένοι.Φαντάζονται ότι ζουν στον κόσμο που κατασκευάζει η Athens Voice, αυτός ο έντυπος αντιπερισπασμός.
30000 ζημιά της κάνανε οι σκυλάδες της αναρχίας που αντί να
τα σπάνε σε σκυλάδικα όπως κάθε καθωσπρέπει μπινές, αυτοί τα σπάνε και τα καίνε
όλα.
Εδώ έχουν κάψει την ίδια την Αθήνα ξανά και ξανά, στη Φωνή της
θα κολλάγανε;
Τη Φωνή που σαν άλλος ιεροκήρυκας διδάσκει όλες τις μοντέρνες
αρετές: την κοινωνική απάθεια και αδιαφορία, το ναρκισσισμό και τη φιλαυτία,
την παχυδερμία.
Μέχρι και το αδερφό protagon του πολιτικού Φωστήρα Σταύρου Θεοδωράκη που κουβαλάει
στην τσάντα του τις αμαρτίες όλου του κόσμου όπως κουβαλούσε ο Χριστός το
σταυρό του (όχι ηλίθιοι, η τσάντα του Θοδωράκη δεν είναι σαν την κουβέρτα του Τσάρλι
Μπράουν, του φίλου του Σνούπι, ούτε σαν το βαλιτσάκι του Σπορ Μπίλλι, του
εχθρού της Βάντας- ο Θεοδωράκης ούτε μωρός ούτε μωροφιλόδοξος είναι, την
ξεπέρασε την παιδική του ηλικία δεν) έκλαψε.
Έκλαψε όσο δεν έκλαψε για όλους τους θανάτους και τις δυστυχίες
που το σύστημα της κλεπτοκρατίας προκάλεσε.
Πως να μην το κάνει άλλωστε; Το ίδιο αυτό σύστημα έφτιαξε άμεσα
ή έμμεσα και τον Θεοδωράκη, και τον Ράμφο, και τον Γεωργελέ, και τον γαμόμανο Χειμωνά, τη Διβάνη και άλλους τόσους κατιμάδες όπως χαρακτήρισε αυτήν την
κατηγορία ανθρώπων και ο Βαξεβάνης.
Ως παιδιά του ίδιου συστήματος λοιπόν , αυτού που γαμάει
κόσμο και κοσμάκι, όλοι αυτοί είναι αδέρφια.
Έκλαψε λοιπόν το protagon. Έκλαψε με μαύρο δάκρυ και με οίστρο του γράψε ύμνο του
Γεωργελέ:
«Η Athens Voice και ο εκδότης της δεν είναι αυτό που λέμε
βολικές περιπτώσεις. Δεν πήγε ποτέ με το συρμό και δεν συγχρονίστηκε σε καμιά
στιγμή με το τυφλό αντιμνημονιακό μέτωπο που ήταν το mainstream στη χώρα μας
την τελευταία τετραετία. Αυτό που νομίζουμε ότι αποτελεί το κοινό αίσθημα τα
χρόνια της κρίσης δεν κολακεύτηκε και δεν εξευμενίστηκε από τον Φώτη Γεωργελέ
και την εφημερίδα του σε καμιά φάση της κρίσης. Δεν υποδαύλισε το μίσος
και την οργή που γέννησε η κρίση…
Ο αμετάπειστος Γεωργελές συνέχισε απτόητος να γράφει αυτά που
πιστεύει…»
Οι φίλοι του «απαραίτητου καλού της κοινωνικής καταστροφής», αυτοί που ανακάλυψαν τον όρο mainstream, περιγράφουν
ως mainstream τον ιερό
θυμός και την απόγνωση αυτού που δε βρίσκει το δίκιο του. Mainstream κι η πίκρα και η οργή του
λαουτσίκου. Και ο λαός «συρμός».
Α ρε αμετάπειστο Proktagon.
Ασυμβίβαστο και ανεξάρτητο μας παρουσιάζει το Proktagon τον δημιουργό αλλεπάλληλων
mainstream και lifestyle (και τη Διβάνη ασυμβίβαστη τη Λιβανίζανε), τον άνδρα που μας μόρφωσε
σεξουαλικά με τις κοινόβιες φαντασιώσεις του Klik
και μας έκανε άντρες με το πεαναστατικό Men αλλά
τώρα που μεγαλώσαμε κομμένα τα πολλά γαμήσια και καιρός να γίνουμε καλοί
μικροαστοί, να διαβάζουμε Αthens
Voice και Home και
να βλέπουμε τον πρώην συνεταίρο του Γεωργελέ Κωστόπουλο στα πρωϊνάδικα που το μόνο χειρότερο του είναι να βλέπεις σε επανάληψη
το τσίρκο που έστησε ο Θεοδωράκης μαζί με το Ράμφο ή να διαβάζεις Χειμωνά και
Διβάνη στο facebook.
Βέβαια αυτοί οι άνθρωποι, σε αντίθεση με τους όλους τους άλλους,
ακόμη και για το δημόσιο αυτοεξευτελισμό τους αμείβονται.
Γράφει αυτά που πιστεύει ο Γεωργελές. Φυσικά και τα γράφει.
Το ενδιαφέρον είναι όμως το τι πιστεύει: Φαντάζομαι πως αυτός και τα υπόλοιπα
δεκανίκια του παραπαίοντος πλέον συστήματος πιστεύουν σε ένα μόνο πράμα: Στη
δύναμη των τραπεζών και των τραπεζικών δανείων.
Είναι αυτή η δύναμη που δημιουργεί φτασμένους εκδότες και καναλάρχες,
συγγραφείς και δημοσιογράφους, επιχειρηματίες και πολιτικούς.
Η δύναμη που δημιουργεί καριέρες.
Ναι, αυτή είναι η κοινή πίστη που ενώνει αυτούς που
κυβερνούν θεσμικά ή άτυπα αυτή τη δόλια χώρα .
Δεν έκλαψα για το Γεωργελέ και τα γραφεία του. Ίσως γιατί
έχω κλάψει πολύ για περιοδικά που αγαπούσα και έκλεισαν γιατί ποτέ δεν είχαν οι
εκδότες του τις πλάτες του Γεωργελέ, ίσως γιατί δεν προλαβαίνω να κλάψω για
γνωστούς μου και αγνώστους μου που το σύστημα που υπηρετεί ο Γεωργελές
κατέστρεψε και συνεχίζει αμετάπειστο να καταστρέφει.
Δεν πήδηξα και από τη χαρά μου κιόλας. Ίσως πάλι γιατί δεν
προλαβαίνω να κλάψω για γνωστούς μου και αγνώστους μου που το σύστημα που
υπηρετεί ο Γεωργελές κατέστρεψε και συνεχίζει απτόητο να γαμάει.
Δε θεωρώ το Γεωργελέ θύμα, ως ανθρωπότυπο εννοώ. Θύματα θεωρώ πολλούς από τους αναγνώστες
του που χάσαν την εφηβεία τους στην αιθαλομίχλη του Κλικ και που σήμερα
νομίζουν ότι η ζωή τους δε θα επηρεαστεί από την κρίση, ότι δε θα γίνουν οι
ανώνυμοι και αβοήθητοι «άλλοι», αυτούς που η Φωνή της Αθήνας, ο Ράμφος, ο
Χωμενίδης, ο Χειμωνάς η Διβάνη και όλοι αυτοί η κλίκα των νεοφιλελεύθερων πρώην
σοσιαλιστών εμμέσως πλην σαφώς χλευάζουν για τα δεινά που τους βρήκαν.
Δε θεωρώ το Γεωργελέ ούτε ήρωα ούτε θύμα.
Όπως ήρωες δε θεωρώ και αυτούς που του κάψανε το μαγαζάκι. Δεν
είναι ότι καταδικάζω τη βία από όπου προέρχεται. Δεν καταδίκασα ποτέ τη γαλλική
επανάσταση ούτε την ελληνική. Αλλά αυτοί που κάψαν τα γραφεία είναι παρόμοιων
αντιλήψεων με αυτούς που κάψαν ξανά και ξανά την Αθήνα. Αν ο Γεωργελές καλλιεργεί
την κοινωνική απάθεια, την ταξικότητα και την αντικοινωνικότητα , πολύ φοβούμαι
ότι αυτοί που του κάψαν το μαγαζάκι επικαλούνται την ταξικότητα και την
κοινωνική απάθεια απλά ως άλλοθι για την δική τους αντικοινωνικότητα μόνο και
μόνο για να πάρουν τα επαναστατικά γαλόνια από την άτυπη ιεραρχική δομή της ελληνικής
αναρχίας.
Μακάρι να μην είναι έτσι. Μακάρι η αναρχία στην Ελλάδα να
έχει αρχίσει να αποκτά κάποια στοιχειώδη κοινωνική συνείδηση και να σταματήσει
να φαντάζεται πως ο καινούριος κόσμος θα φτιαχτεί μόνο από τις στάχτες του
παλιού. Γιατί προς το παρόν μόνο στάχτες βλέπουμε. Κι οι αναρχικοί στην πιο ευνοϊκή
περίοδο για να προσηλυτίσουν ιδεολογικά νέο κόσμο μπας και μπορέσουν να
φτιάξουν τον Νέο Κόσμο τους, τρώνε απλά τις στάχτες ακόμη και της επάρατης
Χρυσής Αυγής όσον αφορά την απήχηση που έχει αυτή στην ελληνική κοινωνία.
Έτσι μετατρέπουν την αδυναμία τους να πείσουν σε
επιχειρήματα πως η ελληνική κοινωνία είναι εκ προοιμίου φασιστική και ελεύθερα
κρίνουν πως μπορούν να βιοπραγούν απέναντι σε οποιονδήποτε αστό ανάγοντας τη
βία σε αυτοσκοπό.
Να στε καλά βρε παιδιά. Η Αθήνα συνεχίζει να μην έχει Φωνή
και χάρη σε σας οι καπιταλιστές θα έχουν εντός ολίγου ακόμη ισχυρότερη Φωνή, της
Αθήνας…
Πέτρος Αργυρίου, agriazwa.blogspot.com, 8-11-2014