Το κείμενο που ακολουθεί είναι η εισαγωγή από το βιβλίο που μόλις ξεκίνησα, το 7ο μόλις φέτος, το οποίο περιγράφει την ερευνητική μου εμπειρία με τον COVID και τα συμπεράσματα στα οποία οδήγησε, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων επαληθεύθηταν από τις εξελίξεις και τις σοβαρότερες των μετέπειτα ερευνών. Μόλις συμπληρώσω την λίστα των περιεχομένων, θα σας ενημερώσω για το πως και πότε θα μπορέσετε να προπαραγγείλετε αντίτυπα σε τιμή ελαφρώς χαμηλότερη από την εμπορική για να χρηματοδοτηθεί μερικώς η έκδοση και να βοηθήσετε να σπάσουμε τα δεσμά του φόβου. Εκτιμώ, πως καθώς το υλικό υπάρχει, η συγγραφή του βιβλίου θα έχει ολοκληρωθεί τέλη Σεπτέμβρη και η έκδοση θα πραγματοποιηθεί μέσα στο δεύτερο μισό του Οκτώμβρη.
Ο Μεγάλος Φόβος.
Σε αυτό τον
κόσμο, υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες πλασμάτων ανάμεσα σε πολλές άλλες: Οι
κυνηγοί και τα θηράματα.
Όσοι
περισσότεροι οι κυνηγοί, τόσο λιγότερα τα θηράματα. Συνήθως…
Γιατί αυτόν
τον καιρό, έβρισκες θηράματα σχεδόν σε κάθε σου μεγάλο περίπατο. Στο πιάτο.
Δεν χρειαζόταν
να τα κυνηγήσεις καν. Τα βρισκες άφθονα στις φάκες. Ήταν τρελό αυτό που
συνέβαινε. Δεν χρειαζόταν καν να βάλεις δόλωμα στις παγίδες, ούτε καν τυράκι.
Λες και ήθελαν από μόνα τους να πιαστούν.
Και το
βλέμμα τους. Το βλέμμα τους το έντρομο. Σε κοιτούσαν μες στα μάτια, κοιτούσαν
τον κυνηγό τους, που σε άλλες περιπτώσεις θα το βάζαν στο πόδια με το που
υποψιάζονταν την παρουσία του. Τον κοιτούσαν με ένα βλέμμα που πάνω του έγραφε
με τρόπο ανεξίτηλο, «σε θερμοπαρακαλώ, πάρε με μακριά από το δάσος μου κι ότι
θες».
Οι κυνηγοί
προσπαθούσαν από περιέργεια και μόνο να λύσουν το αίνιγμα της παράδοξης
συμπεριφοράς των ζώων μιας κι ήταν ένα αίνιγμα που τους συνέφερε τα μάλα, μα
άκρη δεν βγάζαν.
Κάναν
εικασίες, μα για κάθε μια κυνηγετική εικασία υπήρχαν άλλες είκοσι διαφωνίες.
«Κάτι
συμβαίνει στο δάσος» είπε ένας από αυτούς, αρκετά έμπειρος.
«Αυτό είναι
το μόνο σίγουρο» συμφώνησαν αρκετοί, αν όχι οι περισσότεροι.
«Κάτι
μεγαλύτερο και πολύ πιο επικίνδυνο από εμάς, κυκλοφορεί στο δάσος».
«Και που
είναι τα πτώματα; Που ναι τα κουφάρια;» είπε κάποιος άλλος, αντιδραστικός όπως πάντα.
«Μα βρίσκουμε
περισσότερα πτώματα από συνήθως» είπε κάποιος, γνωστός για την παρατηρητικότητά
του.
«Όντως»
συμφωνήσαν κι αρκετοί άλλοι.
«Μα δεν τα
βλέπετε τα ζωντανά; Τρέμουν από τον φόβο τους. Με τόσο φόβο, λογικό κι
αναμενόμενο, να πέφτουν, να χτυπάνε, να πεθαίνουν από μόνα τους.»
«Δεν το
κάνουν από μόνα τους» είπε κάποιος και οι κυνηγοί σώπασαν μεμιάς.
Ήταν ο
αρχικυνηγός. Ντυμένος με μια πλούσια
λεοντή, σηκώθηκε από τον θρόνο και η κεφαλή του ταράνδου πάνω από το κεφάλι του
τον έστεφε, μαρτυρώντας τα κατορθώματα του.
Ήταν ο πιο
ικανός, ο πιο επιτυχημένος, ο πιο φονικός, ο πιο ματοβαμμένος, ο πιο άπληστος
όλων των κυνηγών και για όλα αυτά, μακράν ο πιο πλούσιος.
Μα είχε
γεράσει πια, τα κόκκαλα του τρίζαν, ο Χάρος που με χαρά τον τριγυρνούσε σαν
πιστό λαγωνικό τις παλιές καλές μέρες τώρα τον έγλειφε και τον μασουλούσε σαν
πάνινη κούκλα.
Δεν μπορούσε
πια να κυνηγήσει.
«Τους έστειλα
τον Μεγάλο Φόβο».
Όλοι περιμέναν
καρτερικά να τους εξηγήσει. Αν μη τι άλλο, οι κυνηγοί ξέραν από καρτέρι. Μα σύντομα
θα τους αποκαλυπτόταν πως αυτή η τέχνη τους θα ήταν πια άχρηστη.
«Προ ημερών,
πιάσαμε ένα λιοντάρι. Όχι όποιο όποιο λιοντάρι, τον βασιλιά των λιονταριών,
μαζί με την οικογένεια του.
Του είπα ότι
θα του χαρίσω την ζωή του και αυτές των δικών του, αν κάνει ότι του πω.
Κι αυτό
έκανε, σαν πιστό σκυλάκι.
Τον γεμίσαμε
ουλές, του σπάσαμε μερικά δόντια και τον στείλαμε στα κακά του χάλια στα
υπόλοιπα ζώα του δάσους.
«Κάτι
πελώριο κι αόρατο, κάτι δέκα φορές πιο δυνατό από ελέφαντα και δέκα φορές πιο
γρήγορο από γαζέλα, κάτι με νύχια σαν δρεπάνια, ήρθε στο δάσος μας» έβαλα τον
βασιλιά να πει στα άλλα ζώα.
«Εγώ και
άλλα 9 λιοντάρια το πολεμήσαμε. Μόνο εγώ επιβίωσα».
Τα άλλα ζώα
δεν χρειάζονταν άλλη απόδειξη. Ο λόγος του βασιλιά και τα κακά του χάλια, ήταν
όλη η απόδειξη που χρειάζονταν στον κόσμο.
Έκτοτε, τα
ζώα κάνουν τα πάντα για να ξεφύγουν από τον Μεγάλο Φόβο. Πέφτουν μόνα τους ακόμη
και στις φάκες μας, ζητώντας έλεος από τους θηρευτές τους» είπε ο Αρχικυνηγός,
με ένα χαμόγελο που έμοιαζε τόσο πολύ με δόκανο που χε κλείσει και λουστεί με αίμα.
Και οι
κυνηγοί ζήσαν καλύτερα. Τα ζώα πάλι όχι.
Κι αν αυτό
το παραμύθι τελείωσε, στις μέρες μας είναι αλήθεια πως ο φόβος συνεχίζει να φυλάει
τα έρμα. Και ο Μεγάλος Φόβος τα φυλά περισσότερο και καλύτερα.
Και τις αποδείξεις
θα τις βρείτε σε αυτό το βιβλίο που δεν αρκέστηκε στον λόγο των άτυπων βασιλιάδων
αυτού του κόσμου και των υποτακτικών του.
Θα έχετε επίσης
την ευκαιρία να μάθετε πως και ο ψεύτης βοσκός ζει και βασιλεύει -κυριολεκτικά- με την βοήθεια του Μεγάλου και
επαλαμβανόμενου Φόβου ακόμη και στις μέρες μας, έχοντας πλέον συστήσει εταιρία
μαζί με τον Λύκο τον Κακό, πουλώντας τρόμο σε τιμές λίγο κάτω του κόστους των
ζωών όλων μας.
Σε τούτο ‘δω
το βιβλίο, θα μάθετε να αναγνωρίζετε και τις πρακτικές του.
Πέτρος Αργυρίου, agriazwa.blogspot.com, 8/8/2020