«Τ’ αγόρια μας το κάναν». Paul Henze, σταθμάρχης της CIA στην
Άγκυρα για το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία του 1980.
Για να καταλάβει κανείς εξελίξεις στην Τουρκία θα πρέπει να
λάβει υπόψιν τις δύο παραμέτρους που τις καθορίζουν: Το
εθνο-θρησκευτικό-πολιτικό-πολιτισμικό μωσαϊκό του εσωτερικού της και την
γεωπολιτική της σημασία και ευαισθησία, με το δεύτερο να αποτελεί κοινό
χαρακτηριστικό με την Ελλάδα και παραδόξως σημείο τριβής ανάμεσα στις δύο
χώρες.
Θρησκευτικά η Τουρκία έχει μια σουνιτική πλειοψηφία και μια
αλεβιτική μειοψηφία.
Εθνολογικά η Τουρκία έχει μια ογκώδη κουρδική μειονότητα.
Πολιτισμικά, η Κωνσταντινούπολη και τα παράλια έχουν πολύ
μεγαλύτερο φιλοδυτικό προσανατολισμό λόγω εμπορίου και τουρισμού από ότι η
βαθειά Τουρκία.
Πολιτικά, οι επίγονοι του Αττατούρκ Κεμαλιστές, επιμένουν
πως ο στρατός είναι ο εγγυητής της τάξης και της ασφάλειας.
Πολλοί από αυτούς θεωρούν ότι τα συμφέροντα της Τουρκίας και
των ΗΠΑ είναι αλληλένδετα.
Οι Κεμαλικοί σπανίως αμφισβήτησαν τον ισλαμικό χαρακτήρα της
Τουρκίας αλλά σχεδόν πάντα επεμβαίνουν όταν εμφανίζονται επίδοξες ισλαμιστικές
εξουσίες που απειλούν τη δική τους εξουσία.
Η σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας δεν μπορεί να γίνει
αντιληπτή χωρίς το ρόλο που παίζουν τα στρατιωτικά πραξικοπήματα σε αυτήν.
Μετά το πέρας του Β’ παγκοσμίου πολέμου και την μετάβαση της
διεθνούς εξουσίας από τη Μ.Βρετανία στις ΗΠΑ, η Τουρκία θα ενταχθεί στη σφαίρα
επιρροής των ΗΠΑ.
Η εμφάνιση του διπολικού κόσμου ΗΠΑ/ΕΣΣΔ δεν αφήνει την
Τουρκία αμέτοχη: όπως ακριβώς συμβαίνει και στις χώρες της Ευρώπης όπου
δημιουργούνται τα περίφημα δίκτυα Stay Behind για την αποτροπή του
κομμουνιστικού κινδύνου που παράλληλα έχουν σαν μέλημα και τη στήριξη των φιλοαμερικανικών
κυβερνήσεων – δίκτυα εν δυνάμει δηλαδή γεωπολιτικές οπισθοφυλακές που
λειτουργούν όμως περισσότερο ως στρατιωτικοπολιτικές εμπροσθοφυλακές- έτσι και
στην Τουρκία δημιουργείται με τη χρηματοδότηση των ΗΠΑ το δίκτυο του
Αντιαντάρτικου το οποίο θα παίξει σημαντικό ρόλο στα περισσότερα τουρκικά
πραξικοπήματα.
Στο τέλος της δεκαετίας του 1950, το τέλος της
χρηματοδότησης του τουρκικού κατεστημένου από το σχέδιο Marshall και το
δόγμα Τρούμαν, θα θέσει υπό αμφισβήτηση το σύστημα εξουσίας στην Τουρκία.
Έχει ήδη προηγηθεί το τέλος του μονοκομματικού συστήματος κι
η άνοδος του δημοκρατικού κόμματος στην Τουρκία που όμως δεν κατάφερε να λύσει
τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που καθιστούσαν την κατάσταση έκρυθμη στο
εσωτερικό.
Η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι ήταν η επίσκεψη του
πρωθυπουργού Adnan Menderes στη Μόσχα:
Στις 27 Μαίου του 1960 λαμβάνει χώρα στρατιωτικό πραξικόπημα
και ο στρατός δικάζει και εκτελεί τον Menderes μαζί με δύο άλλους πολιτικούς
του κυβερνώντος κόμματος.
Το πραξικόπημα δεν λύνει κανένα από τα υποβόσκοντα
οικονομικά προβλήματα. Η φοιτητική νεολαία και κομμάτι της εργατικής τάξης
αρχίζει και ριζοσπαστικοποιείται προς το μαρξισμό, σύμπτωμα επικίνδυνο
γεωπολιτικά για τις ΗΠΑ.
Σταδιακά εμφανίζεται και κάτι που περιγράφεται ως αριστερή
τρομοκρατία και που θα αποτελέσει το άλλοθι για μια στρατηγική της έντασης και
πολύ μεγαλύτερης κλίμακας ακροδεξιάς τρομοκρατίας με πρωταγωνιστές τους
Γκρίζους Λύκους και το Αντιαντάρτικο δίκτυο.
Το 1971 λοιπόν ο στρατός αναλαμβάνει ξανά με ένα τελεσίγραφο
που αποστέλλει στην πολιτική ηγεσία και γίνεται για μια ακόμη φορά ο απόλυτος
ρυθμιστής των πολιτικών πραγμάτων.
Ακολουθεί περίοδος καταστολής, διωγμών και βασανιστηρίων που
δε λύνει τα οικονομικά προβλήματα του πληθυσμού.
Το αντίθετο: μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970 η
στρατηγική της έντασης έχει φτάσει στο απόγειο της και το χάος της περιόδου
ξεπερνά το χάος των τελών της προηγούμενης δεκαετίας: Σημειώνονται περισσότερες
από 5000 πολιτικού χαρακτήρα δολοφονίες!
Και σαν να μην έφταναν τα εσωτερικά της Τουρκίας, έρχεται το
1979 η ισλαμική αντιαντεπανάσταση στο Ιράν. Οι αμερικάνοι έχοντας χάσει το
Ιράν, θα κάνουν τα πάντα για να μη ρισκάρουν να χάσουν και την Τουρκία: Έτσι
συμβάλλουν στο να επιτύχει το ίδιο το στρατιωτικό κατεστημένο που είτε άμεσα
είτε μέσω παραφυάδων του πολώνει την κατάσταση στο εσωτερικό της Τουρκίας, ένα
ακόμη πραξικόπημα το 1980 για να επαναφέρει τον «νόμο και την τάξη».
250000 εως 650000 Τούρκοι φυλακίζονται, 50 εκτελούνται, 100
σκοτώνονται ενώ προσπαθούν να διαφύγουν, άλλοι εκατό πεθαίνουν στη φυλακή,
οργανώσεις και συνδικάτα διαλύονται και τα πολιτικά κόμματα απαγορεύονται σε
μια επιχείρηση που κάνει τα σημερινά αντίποινα Ερντογάν να μοιάζουν με φτωχό
συγγενή.
Το πραξικόπημα του 1980 φέρνει μια πρώτη μεγάλη ρήξη στο
βαθύ κράτος: Πάνω από 200 μέλη του μητρικού κόμματος των Γκρίζων Λύκων
κατηγορούνται για περισσότερες από 600 δολοφονίες ενώ αποκαλύπτεται η σχέση τους
με τις υπηρεσίες ασφαλείας και με δίκτυα ναρκωτικών και όπλων.
Η δεκαετία του 1980 χαρακτηρίζεται από μια χαμηλής έντασης
σύγκρουση με τους κούρδους του PKK
η οποία ολοένα και κλιμακώνεται με το PKK να σχεδιάζει να διακηρύξει κουρδική
ανεξαρτησία μέχρι το 1994.
Μετά τον πρώτο πόλεμο του κόλπου που ξεκινά το 1991, οι
γεωπολιτικές εξελίξεις οδηγούν ένα κομμάτι της τουρκικής πολιτικής σε
συμβιβαστική διάθεση απέναντι στους Κούρδους με ένα κομμάτι του βαθέως κράτους
να διαφωνεί έμπρακτα με μια σειρά πολιτικών δολοφονιών και σφαγών που θα
χαρακτηριστούν ως «σιωπηλό» πραξικόπημα.
Η περίοδος αυτή θα ξεσκεπάσει το τουρκικό παρακράτος και το
δίκτυο Εργκενεκόν. Το τουρκικό παρακράτος έχει αποθρασυνθεί τόσο που ετοιμάζει
πραξικόπημα στο … Αζερμπαϊτζάν,
επιδιώκοντας να φέρει στην εξουσία έναν φιλότουρκο πρόεδρο, κατά πάσα
πιθανότητα με τις ευλογίες των ΗΠΑ.
Σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις παίζει ένα «τροχαίο» στο οποίο
σκοτώνονται στο ίδιο όχημα διάσημος αξιωματούχος της αστυνομίας μαζί με τον
διαβόητο πρώην ηγέτη των γκρίζων λύκων, Αμπτουλάχ Κατλί ενώ του θανάτου διέφυγε
ο φιλοκυβερνητικός κούρδος βουλευτής Σεντάτ Βουκάκ.
Η περίπτωση του Αμπτουλάχ Κατλί είναι χαρακτηριστικότατη για
το βάθος και την έκταση του παρακράτους: Εκτελεστής με διεθνή εντάλματα
σύλληψης, πληρωνόταν από τη MIT σε είδος (ναρκωτικά) τα οποία στη συνέχεια προωθούσε για να
αγοράσει εξοπλισμούς, ο Catli κατηγορήθηκε από δημοσίευμα πως σχεδίαζε ενδεχόμενη
δολοφονία του τότε Πάπα να τη χρεώσει σε Βούλγαρους και Ρουμάνους.
Ο Κατλί είναι χαρακτηριστικό δείγμα όχι μόνο του τουρκικού
παρακράτους αλλά και της τουρκικής παραοικονομίας.
Δεν πρέπει να μας ξενίζει λοιπόν το ότι μια δεκαετία μετά η
τουρκική παραοικονομία θα καλοδεχτεί τα φθηνά πετρέλαια των τζιχαντιστών και θα
ευνοήσει τις βιομηχανίες εκμετάλλευσης προσφύγων και μεταναστών.
Για την περίοδο εκείνη, υψηλόβαθμος αξιωματούχος
περηφανεύεται πως: «ήταν πάγια πρακτική της Τουρκικής πολιτικής ζωής».
Η δήλωση αυτή είναι μερική καθώς οι πολιτικές δολοφονίες όπως
έχουμε δει είναι αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης Τουρκίας.
Άλλος αξιωματούχος δήλωνε πως δεν υπήρχε Τούρκος πολιτικός
που να μπορούσε να εκλεγεί χωρίς να έχει ξέπλυμα χρήματος από πίσω να τον στηρίζει,
κάτι που συνδυαστικά φανερώνει πως παρακράτος και παραοικονομία εξέβαλαν από
κοινού στην τουρκική εξουσία.
Εκείνο ακριβώς το διάστημα, οι σχέσεις Συρίας Τουρκίας θα
ομαλοποιηθούν με την έκδοση του Κούρδου ηγέτη Οτσαλάν, μια ομαλοποίηση που θα
κρατήσει αρκετά χρόνια μέχρι την αποσταθεροποίηση της Συρίας τα τελευταία
χρόνια.
Το 1996 το ισλαμικό κόμμα της Ευημερίας του Νεκμετίν
Ερμπακάν κερδίζει τις εκλογές και σχηματίζει συγκυβέρνηση με την Τανσού Τσιλέρ
που θα κρατήσει ένα χρόνο.
Η κυβέρνηση Ερμπακάν, ενός ανθρώπου που είχε διωχθεί από τους
πραξικοπηματίες του 1980 και που η πολιτική του είχε απαγορευτεί τότε για μια
πενταετία, θα πέσει μετά από στρατιωτικό τελεσίγραφο. Στον Ερμπακάν, δηλωμένο
αντισιωνιστή που ήθελε την Τουρκία ισλαμική κι έξω από το ΝΑΤΟ, θα
ξαναπαγορευτεί να πολιτευτεί και το κόμμα της Ευημερίας θα απαγορευτεί κι αυτό το
1998 με επιχείρημα την κατάλυση του συνταγματικού διαχωρισμού
θρησκείας-κράτους.
Όπως περιγράφει ένας από τους πρωταγωνιστές του άτυπου
πραξικοπήματος του 1997: «Στην Τουρκία, έχουμε ένα γάμο του Ισλάμ και της δημοκρατίας.
Το παιδί αυτού του γάμου είναι η εκκοσμίκευση. Τώρα, αυτό το παιδί από καιρού
σε καιρό αρρωσταίνει. Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις είναι ο γιατρός που σώζει
το παιδί. Αναλόγως με το πόσο άρρωστο είναι το παιδί, χορηγούμε το κατάλληλο
φάρμακο για να επανέλθει το παιδί»
Με άλλα λόγια, η Τουρκία είναι μια «ισλαμική δημοκρατία» και
το πόσο δημοκρατία και πόσο ισλαμισμός επιτρέπεται σε αυτήν το καθορίζει ο
στρατός κατά την παλιά κεμαλική παράδοση.
Μετά την απαγόρευση του ισλαμικού κόμματος της Ευημερίας,
βουλευτές και μέλη του ανάμεσα στα οποία και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ιδρύουν
το κόμμα της Αρετής με πολύ λιγότερο ισλαμικό προφίλ.
Στον τότε δήμαρχο Κωνσταντινούπολης θα απαγορευτεί επίσης η
συμμετοχή στην πολιτική για μια πενταετία μετά τη δημόσια απαγγελία ποιήματος
που επαινούσε τον ισλαμισμό.
Το 2001 το κόμμα της Αρετής θα απαγορευτεί κι αυτό.
Η ισλαμική πολιτική όμως έχει αρχίσει ήδη να ανασυγκροτείται
με μετριοπαθή πρόσωπο: ο ιμάμης Φετουλάχ Γκιουλέν, στενός σύμμαχος του Ερντογάν
και με στενές σχέσεις με αμερικανικούς παράγοντες, δημιουργεί ένα δίκτυο μέσα
στην παιδεία που στην ωρίμανση του θα έχει μεγάλη επιρροή και στο δικαστικό
σώμα αλλά και στα μήντια.
Αμέσως μετά την απαγόρευση του κόμματος της Αρετής το 2001,
ιδρύεται στη θέση του το κόμμα της Δικαιοσύνης και της Προόδου το οποίο
κερδίζει εύκολα τις εκλογές του 2002.
Πρωθυπουργός γίνεται ο Αμπτουλάχ Γκιούλ. Παρότι ισλαμικό
κόμμα, ο προσανατολισμός του είναι αρχικά φιλοδυτικός και φιλοαμερικάνικος.
Για μια ακόμη φορά τα
γεωπολιτικά θα επηρεάσουν την πολιτική ζωή της Τουρκίας.
Η δεύτερη εισβολή στο Ιράκ θα αναστατώσει το ισλαμικό κόμμα
καθώς μέλη του σε συνεργασία με το ρεπουμπλικανικό κόμμα θα αντιταχθούν στη
χρήση νατοϊκών βάσεων στην Τουρκία για επιχειρήσεις στο Ιράκ.
Το 2003, με την βοήθεια της επίδρασης του Ιμάμη Γκιουλέν στο
δικαστικό σώμα που επέτρεψε την επανάληψη των εκλογών στη Σύρτη αλλά και με τη
συναίνεση του ρεπουμπλικανικού κόμματος, η απαγόρευση στον Ερντογάν να λάβει
αξιώματα αίρεται.
Το 2003 ο Ερντογάν ορκίζεται πρωθυπουργός και ξεκινάει η
θητεία του μακροβιότερου και πιο επιτυχημένου πρωθυπουργού της σύγχρονης Τουρκίας
(αξίζει να σημειωθεί ότι από το πραξικόπημα του 1960 μέχρι την εκλογή Ερντογάν,
είχαμε 43 πρωθυπουργικές θητείες, σχεδόν μία για κάθε χρόνο).
Η αρχική εστίαση του Ερντογάν είναι στην οικονομία. Ο
πληθωρισμός πέφτει, οι Τούρκοι βλέπουν τα εισοδήματά τους να ανεβαίνουν, η
λαοφιλία του Ερντογάν ανεβαίνει ακόμη περισσότερο.
Από το 2007 κι έπειτα, ο Ερντογάν επιχειρεί ανεπιτυχώς
συνταγματικές αναθεωρήσεις για να αυξήσει τις πολιτικές δυνάμεις του Προέδρου
και να παγιώσει την εκλογική ισχύ του κόμματος.
Στην αρχή της δεκαετίας του 2010, με τη βοήθεια του δικτύου
Γκιουλέν, για πρώτη φορά στρατιωτικοί δικάζονται όχι μόνο για τα προηγούμενα πραξικοπήματα
αλλά και για πιο σύγχρονα στρατιωτικά σχέδια όπως αυτό της Βαριοπούλας που φημολογούμενα
προέβλεπε βομβιστικές επιθέσεις σε τζαμιά και ρίψη τουρκικού μαχητικού από την
Ελλάδα στο Αιγαίο γα να αναβιώσει η στρατηγική της Έντασης.
Παρά τα θετικά του, το κόμμα του Ερντογάν έχει μια
νεοθωμανική ατζέντα που επιδιώκει αυξημένη επιρροή της Τουρκίας στη Μ.Ανατολή
και τα Βαλκάνια.
Για να γίνει αυτό στο εσωτερικό πρέπει να ενδυναμωθεί το
ισλαμικό στοιχείο ενώ στο εξωτερικό οδηγεί σε ρήξεις με τον δυτικό άξονα, όπως συνέβη
στις σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ μετά τον πόλεμο της Γάζας το 2008-9 και την Τουρκοισραηλινή
ρήξη του 2010 μετά την ισραηλινή επιχείρηση στον Στόλο της Ειρήνης με ανθρωπιστική
βοήθεια προς τη Γάζα.
Τα γεωπολιτικά θα ενδυναμώσουν την νεοθωμανική ατζέντα και τις
φιλοδοξίες του Ερντογάν να γίνει «Σουλτάνος». Η σύντομη άνοδος του Μοχάμετ
Μόρσι της ισλαμικής αδελφότητας στην Αίγυπτο ως παρενέργεια ή συνέπεια της
αραβικήςάνοιξης το 2012, θα επιτρέψει στον Ερντογάν να φανταστεί έναν μεγάλο ισλαμικό
άξονα Αιγύπτου-Τουρκίας ως αφετηριακού σημείου της ανασύστασης της οθωμανικής
αυτοκρατορίας.
Η ανατροπή του Μόρσι όμως από το στρατιωτικό κατεστημένου της
Αιγύπτου θα βάλει τέλος σε αυτό το όραμα και θα ωθήσει τον Ερντογάν να
επιδιώξει άλλες οδούς για έναν νεοοθωμανικό αιώνα και ίσως σε μια
αντιαμερικανική πικρία.
Η αποσταθεροποίηση της
Συρίας θα επιτρέψει στον Ερντογάν να φανταστεί αυξημένη τουρκική επιρροή σε
περιοχές της Συρίας, να επιδιώξει μια Συρία υπό τουρκική επιρροή και θα τον
στρέψει ενάντια στον παλιό του σύμμαχο, Μπασάρ αλ Άσαντ.
Η Τουρκία θα βοηθήσει τους ομόθρησκους τζιχαντιστές
τονώνοντας παράλληλα την οικονομία της που ξαναντιμετωπίζει προβλήματα, μέσω
του λαθρεμπορίου και αργότερα μέσω της βιομηχανίας του
προσφυγικού/μεταναστευτικού.
Σε εκείνο περίπου το σημείο, εμφανίζεται μια ακόμη
αποστασία. Ο πρώην πιστός τους σύμμαχος, ο Ιμάμης Γκιουλέν, δε συμμερίζεται τις
νεοοθωμανικές φιλοδοξίες του Ερντογάν που δυσαρεστούν τους φίλους Αμερικάνους,
καθώς ο ίδιος θέλει την Τουρκία ισλαμική μεν, αλλά κατά τα άλλα κατ’ εικόνα και
ομοίωση των ΗΠΑ.
Οικονομικά σκάνδαλα που αφορούν μέχρι και το γιο του
Ερντογάν δημοσιοποιούνται μέσα από τα δημοσιογραφικά δίκτυα του Γκιουλέν.
Η δημοφιλία του Ερντογάν όμως αναχαιτίζει την επίδραση των
σκανδάλων στην κοινή γνώμη κι ο Ερντογάν περνά στην αντεπίθεση: κλείνει
ειδησεογραφικά δίκτυα, προσπαθεί να λογοκρίνει τα κοινωνικά δίκτυα.
Έχοντας χάσει έναν ισχυρότατο εσωτερικό σύμμαχο, ο Ερντογάν
τείνει ένα απρόσμενο κλαδί ελιάς: Προς το
φιλοκουρδικό κόμμα.
Στόχος είναι πλέον να αποκτήσει ως πρόεδρος σουλτανική ισχύ.
Και αυτός ο στόχος αποτυγχάνει: Γιατί στις εκλογές του 2015
μπορεί το κόμμα του να βγαίνει ενισχυμένο εκλογικά, δεν αποκτά όμως αυτοδυναμία.
Ο Ερντογάν έχει πλέον απομονωθεί κι από τους εθνικιστές.
Θα επιχειρήσει να αναστρέψει την κατάσταση: ξεκινά ένας ακόμη
πόλεμος κατά των Κούρδων με επιχειρήσεις όχι μόνο κατά των Κούρδων στο
εσωτερικό αλλά και με αντικουρδικές επιχειρήσεις στη Συρία και το Ιράκ που
αποτελούν παραβίαση της εδαφικής ακεραιότητες των υπό διάλυση χωρών. Είναι ο
Ερντογάν πλέον που χρησιμοποιεί την στρατηγική της έντασης για να παγιώσει την
ισχύ του.
Ο Ερντογάν παίρνει την αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές… Αλλά
το μαχαίρι της πολιτικής του είναι δίκοπο καθώς αυτό που έχει κερδίσει στο
εσωτερικό μέτωπο το χάνει στο εξωτερικό.
Κι αυτό γιατί οι Αμερικάνοι έχουν πλέον αρχίσει να ανησυχούν
με την ανεξαρτητοποίηση της τουρκικής πολιτικής.
Και δεν είναι μόνο αυτοί: Οι Ρώσοι έχουν καταφέρει να
αποκτήσουν σημαντικό ρόλο στη Συριακό παιχνίδι και τα τουρκικά σχέδια δεν
συμφωνούν καθόλου μαζί τους.
Ως αποκορύφωμα των εντάσεων, τουρκικά μαχητικά ρίχνουν ρωσικό.
Οι ρωσοτουρκικές σχέσεις που οικονομικά επί Ερντογάν έχουν
ενισχυθεί σημαντικά, διαλύονται σε μια μέρα με μεγάλες συνέπειες στην τουρκική
οικονομία.
Απομονωμένος από παντού, ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να βρει
σανίδα σωτηρίας στα ναυάγια του προσφυγικού και θα επιχειρήσει να πάρει
σημαντικά ανταλλάγματα από την Ευρώπη για να πάρει πίσω πρόσφυγες.
Η συμφωνία είναι όμως άκρως υποκριτική κι από τις δύο
πλευρές.
Δυσαρεστημένος, ο Ερντογάν θα απομακρύνει το μετριοπαθές πρόσωπο
του νεοοθωμανισμού στη Δύση, τον Νταβούτουγλου, στενό του συνεργάτη κι
αρχιτέκτονα ενός «φυλοδυτικού» νεοοθωμανισμού.
Αφού χάνει έδαφος στις φιλοδοξίες του εκτός Τουρκίας που σε
περίπτωση υλοποίησης τους θα του χαρίζαν μια μεσσιανικού τύπου αποδοχή κι όχι
μόνο εντός Τουρκίας, ο Ερντογάν πρέπει να σφραγίσει τα πράγματα στο εσωτερικό με
το δύσκολο τρόπο: Ο Ερντογάν σκοπεύει να αντικαταστήσει το τουρκικό κατεστημένο
με έμπιστους ισλαμιστές.
Το κατεστημένο το γνωρίζει.
Αυτή είναι η εικόνα πριν το πραξικόπημα: Αμερικανοί, το
φιλοαμερικανικό δίκτυο Γκιουλέν και νατοϊκοί και φιλονατοϊκοί αξωματούχοι δεν
έχουν την πολυτέλεια να περιμένουν.
Ήδη όμως το στράτευμα και χάρη και στην παλαιότερη δράση του
Γκιουλέν, δεν είναι το κλειστό σύστημα που ήταν κάποτε. Ο φόβος των διαρροών θα
κάνει το πραξικόπημα να είναι μικρότερης κλίμακας και τελικά να αποτύχει.
Οι κινήσεις του Ερντογάν προς την Ανατολή με την προσέγγιση της
Κίνας, την απόπειρα εξομάλυνσης σχέσεων με το Ισραήλ και πάνω απ΄όλα με την
συγγνώμη και την επαναπροσέγγιση με την Μόσχα, καθιστούν προφανές ότι ο
Ερντογάν ψάχνει πλέον περιφερειακές συμμαχίες και έχει αποσχιστεί από τον άξονα
της Δύσης. Το πραξικόπημα θα επισπευτεί και για αυτό θα αποτύχει. Να θυμηθούμε
πως και το πραξικόπημα του 1960 έγινε μετά την επίσκεψη του Μεντέρεζ στη Μόσχα.
Από το στιγμή που ο Ερντογάν διέφυγε της σύλληψης, το
πραξικόπημα επιχείρησε να επιβληθεί και ψυχολογικά με τη βοήθεια των δυτικών
μήντια που θέλαν από τις πρώτες στιγμές τον Ερντογάν να ψάχνει για άσυλο σε πολλές
δυτικές πρωτεύουσες παράλληλα.
Ενδεικτικό είναι ότι κατά του πραξικοπήματος άρχισαν να
παίρνουν στάση δυτικές κυβερνήσεις πολλές ώρες μετά την εκδήλωσή του ενώ εξίσου
δηλωτική ήταν και η εμπλοκή της ΝΑΤΟικής βάσης του Ιντζιρλίκ σε αυτό.
Ο φόβος της διαρροής και η περιορισμένη κίνηση των
πληροφοριών είχαν σαν αποτέλεσμα όπως αποκαλύπτεται από διεθνή μήντια στρατιώτες
να μην γνωρίζουν ότι μετέχουν στο πραξικόπημα και επομένως να είναι παντελώς
απρόθυμοι κι αμήχανοι απέναντι στον κόσμο που έσπευσε να προστατεύσει τον
πρόεδρο Ερντογάν.
Το πραξικόπημα απέτυχε. Σειρά είχε το αντιπραξικόπημα: Μια
εκκαθάριση που μοιάζει με πραξικοπηματικές εκκαθαρίσεις: Δεκάδες χιλιάδες
στρατιωτικών, δικαστικών, εκπαιδευτικών, δημοσιογράφων.
Η σύλληψη επίσης των δύο αεροπόρων που υποτιθέμενα ρίξαν το
ρωσικό αεροσκάφος είναι ένα σαφές μήνυμα: Ρωσία, δεν έριξα εγώ ο Ερντογάν το
αεροσκάφος σου. Οι αμερικανοκίνητοι πραξικοπηματίες το ρίξαν.
Η αποτυχία του πραξικοπήματος που για μια ακόμη φορά είχε αν
όχι την ενθάρρυνση, τουλάχιστον την σιωπηλή ή όχι συναίνεση αμερικανικών
παραγόντων, αποτελεί ένα ακόμη μεγάλο χαστούκι στην αμερικανική γεωπολιτική, το
δεύτερο μεγαλύτερο μετά την αναπάντεχη ρωσική επέμβαση στη Συρία, με
απρόβλεπτες συνέπειες που είναι ικανές να θρέψουν φιλοδοξίες απογαλακτισμού
χωρών από τη δυτική σφαίρα επιρροής.
Όσο για το αν ο Ερντογάν γίνεται πλέον πανίσχυρος στο εσωτερικό
θα πρέπει να τονιστεί πως το αντιπραξικόπημα είναι ένα δίκοπο μαχαίρι καθώς με τις
τόσες εκκαθαρίσεις είναι αναμενόμενο όχι μόνο ο τουρκικός διοικητικός
μηχανισμός να υποβαθμισθεί αλλά παράλληλα ο Ερντογάν να πολώσει αξιωματούχους
που δεν έτρεφαν εντελώς αρνητικά συναισθήματα απέναντι του, κάνοντας ακόμη πιο
πιθανό ένα μεταπραξικόπημα ή ακόμη ακόμη κι ένα εμφύλιο, όχι στο τόσο κοντινό
μέλλον, ενώ οι εστίες πυρός που ο Ερντογάν άνοιξε στο Κουρδικό, είναι πιο
ζωντανές από ποτέ.
Μπροστά σε αυτό τον κίνδυνο, ο Ερντογάν, σπουδαίος μα βραχυπρόθεσμος
τακτικιστής, προβαίνει σε μια κίνηση που
μπορεί να αποβεί μοιραία: Συμμαχεί με τον πιο στυγνό εκ των Τούρκων παραδοσιακών
πραξικοπηματιών, το μητρικό κόμμα των Γκρίζων Λύκων, το MHP των
ναρκωτικών, του λαθρεμπορίου όπλων, των δολοφονιών και των σφαγών.
Θα το βρει μπροστά του.
Κλείνοντας, για αυτούς που αρέσκονται να βλέπουν τη
δημοκρατία παντού, ακόμη και σε λίμνη με αλιγάτορες, να μεταφέρουμε τη ρήση του
Ερντογάν από προηγούμενες δεκαετίες: Η δημοκρατία είναι σαν ένα λεωφορείο: Όταν
φτάσεις στη Στάση σου, κατεβαίνεις.
Δημοκρατία και Τουρκία υπήρξαν σταθερά ασύμβατες μέχρι
σήμερα.
Πέτρος Αργυρίου, agriazwa.blogspot.com. 29/7/2016